Γ. Σαλούστρος

Στα μέρη μου (Ανώγεια - Κρήτης) το μόνο θήραμα που κυνηγούσαμε τότε (20 χρόνια πίσω) ήταν λαγοί και πέρδικες. Απαγορευόταν ρητά να σηκώσεις το τουφέκι σε μπεκάτσα ή φάσα. Εάν έκανες το λάθος να χτυπήσεις κάτι τέτοιο το δούλεμα πήγαινε σύννεφο. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του τόπου ήταν ότι ΚΑΝΕΙΣ δεν είχε σκυλιά. Εάν κάποιο αδέσποτο ακολουθούσε κυνηγό, συνήθως το έπαιρνε στο κυνήγι για να μην τον ενοχλεί. Το μόνο τουφέκι που υπήρχε ήταν το δίκαννο και το μονόκαννο, καραμπίνες είχαν οι "πλούσιοι" χωριανοί αθηναίοι που ερχόταν μια φορά τον χρόνο και τις χαζεύαμε όλοι.

Γενάρης μήνας χιόνιζε στο χωριό από το βράδυ και ο μόνος καημός ήταν να σταματήσει αργότερα τη νύχτα ώστε τα πατήματα των λαγών να φαίνονται το πρωί για να μπορέσουμε να τους "ξετρέξουμε" . Ξυπνώντας το πρωί το χιόνι είχε σταματήσει αλλά όμως ήταν πολύ, ακόμα και μέσα στο χωριό. Ετοιμάσθηκα παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας μου ότι ο καιρός ήταν χιονιάς και το χιόνι πολύ.

Σε λίγο έφτασε και ο ξάδελφος με το ολοκαίνουργιο δίκαννό του . Πήρες ξάδελφε τσικουδιά να μην παγώσουμε ; ρώτησε ναι πήρα του απάντησα και ξεκινήσαμε για το βουνό. Για ισοθερμικά ρούχα φορούσαμε βαριά μάλλινα εσωτερικά και εφημερίδες με νάιλον σακούλες να μην περνάει το νερό. Βέβαια μεταφορικό μέσο δεν υπήρχε, μόνο τα πόδια μας.

Το χιόνι πολύ στο βουνό, σε σημείο που το "παλεύαμε" και κάναμε μονοπάτι για να περπατήσουμε. Όχι πολύ μακριά από το χωριό βρίσκουμε τον πρώτο "αυτιά" .Ακολουθούμε τα "ζάλα" του και τελικά βρίσκουμε την "δίπλη" του και το πήδημά του .Παίρνουμε θέση (ο ένας πάνω από το κλαδί ο παίχτης και ο άλλος από κάτω θα τον έβγαζε) εγώ στην συγκεκριμένη φάση ήμουνα ο ξεφωλιαστής . Ο λαγός βγήκε και πιάστηκε από τον ξάδελφο όπως έπρεπε να γίνει. Κάναμε τσιγάρο και ήπιαμε μια τσικουδιά για να τον κεράσουμε. Ξεκινήσαμε για τον επόμενο (στόχος ήταν να πιάσουμε από έναν ο καθένας, πλεονεξία δεν υπήρχε γιατί ο στόχος ήταν να φαμε και όχι να σκοτώσουμε).

Μετά από αρκετή ώρα βρίσκουμε τον επόμενο και αρχίζει η διαδικασία να ακολουθούμε τα βήματα για να τον βρούμε. Ήταν η σειρά μου να κάνω τον παίχτη και η αγωνία μου ήταν μεγάλη γιατί η καζούρα σε περίπτωση αποτυχίας θα ήταν μεγάλη και η ντροπή για τον γιο ενός από τους καλύτερους κυνηγούς του χωρίου μεγάλη. Τελικά τον βρίσκουμε και παίρνουμε θέσεις. Στα χέρια μου κρατώ ένα δίκαννο "Σεντ ετιέν ρουμπίστ" . Δεν ήξερα ποτέ μου τι τσόκ είχε ή πόσο μακριές ήταν οι κάνες του και δεν με ενδιέφερε, εμπειρικά μόνο ήξερα ότι σκοτώνει μακριά.

Πήραμε θέση και επέλεξα ένα καλό σημείο για να έχω θέα στο ξεπέταγμα. Ο ξάδελφος έβγαλε το λαγό και πήρε καλά στο μέρος που έπρεπε .Σήκωσα το τουφέκι και τον μπούκωσα στο κεφάλι, το αποτέλεσμα ήταν να κείτεται στο χιόνι ακαριαία σκοτωμένος .Ο ξάδελφος δεν βλέπει από την μεριά που έφυγε ο λαγός αλλά τον ακούω να φωνάζει ότι ο λαγός πάει .Εγώ πάλι βλέπω τον λαγό νεκρό και δεν ξέρω τι μου λεει. Ασυναίσθητα σκέφτομαι ότι υπήρχε και δεύτερος λαγός και έτσι ήταν.

Από εκείνο το σημείο αρχίζει η πραγματική οδύσσεια μας. Κάναμε τσιγάρο και κεράσαμε και τον δεύτερο και ενώ θα έπρεπε να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής όπως επίτασσε ο άγραφος κανόνας του κυνηγίου του χωριού, η πλεονεξία μας έκανε να ψάξουμε και τον άλλο που έφυγε μια και ήμαστε σίγουροι ότι δεν μπορούσε να πάει πολύ μακριά γιατί το χιόνι ήταν πολύ. Να σημειώσω εδώ ότι η ώρα ήταν περίπου 11 . Ξεκινήσαμε για την αναζήτηση του αυτιά χωρίς να φανταστούμε τι θα μας συμβεί.

Ακολουθώντας τον, ο λαγός "μπροσπηδούσε" γιατί ήταν τρομαγμένος και πηγαίναμε όλο και πιο μακριά πείσμα στο πείσμα. Το χωριό βρίσκεται σε υψόμετρο 750 μέτρα στην πλαγιά του Ψηλορείτη και είχαμε φτάσει σε υψόμετρο τουλάχιστον 1000 μέτρα .Ο καιρός αλλάζει απότομα και πυκνό σύννεφο καλύπτει όλο το βουνό, ελαφρύ χιόνι αρχίζει και πέφτει και εμείς να ψάχνουμε τον τρομαγμένο λαγό. Ώσπου φτάνουμε σε ένα σημείο που δεν βλέπουμε στο ένα μέτρο από την ομίχλη και το κυριότερο δεν γνωρίζουμε τον τόπο που βρισκόμαστε. Ο ξάδελφος, όντας βοσκός ήξερε καλά το βουνό αλλά όταν είδα ότι προχωρούσαμε και βρισκόμαστε μετά από λίγη ώρα στο ίδιο σημείο, κατάλαβα ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά. Καθίσαμε να ξεκουραστούμε και να φαμε κάτι μια και το χιόνι σε "κόβει". Ξεκινήσαμε μετά από μισή περίπου ώρα, αλλά τα χειρότερα τώρα ερχότανε.

Προσπαθώντας να αλλάξουμε δρόμο και να προσανατολιστούμε, μπήκαμε σε μια πολύ άσχημη περιοχή που είχε βάραθρα τρύπες μεγάλες στη γη, που εάν έπεφτες μέσα βέβαια δεν γλίτωνες. Εκεί πραγματικά έχασα τη μισή ζωή μου ξέροντας ότι ένα λάθος βήμα θα οδηγούσε στο θάνατο . Η κυκλική πορεία μας συνεχίστηκε και δεν μπορούσαμε να βρούμε διέξοδο από τον δύσκολο αυτό τόπο.

Ασυναίσθητα κοίταξα το ρολόι μου και η ώρα ήταν ήδη 2 .Στο βουνό το χειμώνα και με τέτοιο καιρό, τέσσερις η ώρα ήταν νύχτα και ήξερα ότι εάν δεν βρίσκαμε τον δρόμο οι πιθανότητες επιβίωσης ήταν μηδαμινές. Στην περιπλάνησή μας αυτή είχα δει περισσότερους από πενήντα λαγούς, αλλά η διάθεση δεν υπήρχε και το όπλο ήταν κρεμασμένο.

Ξαφνικά θυμήθηκα το παλιό ρητό, "ο λαγός πάει πάντα από μονοπάτι", το συζήτησα με τον ξάδελφο και αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε έναν από τους λαγούς. Το χιόνι έπεφτε όλο και περισσότερο και όλο μας δυσκόλευε .Ξαφνικά ο ξάδελφος σταμάτησε και φώναξε "Σωθήκαμε" να η εκκλησιά της Αγίας Μαρίνας!!

Ήταν τόση η κούραση μου και η απογοήτευσή μου που δεν έβλεπα τίποτα . Κυριολεκτικά μου κρατούσε το χέρι και φτάσαμε στο προαύλιο της εκκλησίας. Ξεκουραστήκαμε λίγο και μετά πήραμε το μονοπάτι της επιστροφής.

Είχε αρχίσει να νυχτώνει καλά και ήμαστε περίπου δύο χιλιόμετρα μακριά από το χωριό, κουρασμένοι παγωμένοι βρεγμένοι, αλλά και ευτυχισμένοι που επιστρέφαμε, όταν είδαμε τα πρώτα φαναράκια και φακούς από τους χωριανούς που είχαν βγει προς αναζήτησή μας.

Και το συμπέρασμα ; Αυτός που κυνηγούσαμε να σκοτώσουμε, αυτός μας έμπλεξε αλλά και μας έσωσε!

Να σας πω δε, ότι τόσους πολλούς λαγούς δεν έχω ξαναδεί μαζεμένους ποτέ στη ζωή μου !

Γ. Σαλούστρος