Της Γεωργίας Μελανίτου

Γιατί και πότε καθορίστηκαν οι ζώνες διάβασης αποδημητικών. Τι εξυπηρετούν και τι προβλήματα δημιουργούν σήμερα.


Η ένταξη της χώρας μας στην Ε.Ε. μεταξύ άλλων σηματοδοτεί και την εναρμόνιση των εθνικών νόμων σε γενικές αρχές που θεσπίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι Κανονισμοί και οι κοινοτικές Οδηγίες, θέτουν βασικές αρχές στις οποίες τα κράτη μέλη σταδιακά προσαρμόζουν (εναρμονίζουν) και το δικό τους νομικό καθεστώς. Βέβαια ενώ σε πολλά ζητήματα το ελληνικό κράτος «χρονοτριβεί» χαρακτηριστικά στην ψήφιση νόμων εναρμονισμένων με τις ευρωπαϊκές οδηγίες (π.χ. φορολογία στα αυτοκίνητα και αρκετά άλλα), ή σε άλλα τα εναρμονίζει μόνο ως προς τα σημεία που βολεύουν τους κρατούντες, στα ζητήματα κυνηγιού η θέσπιση κανόνων για την «προληπτική προστασία των θηρεύσιμων και εν γένει της πανίδας» εδώ και δεκαετίες παίρνει μετάλλιο! Η ιδιαιτερότητα των Ελλήνων κυνηγών να κυνηγούν σε «ελεύθερους κυνηγότοπους» έχει αντισταθμιστεί με πάρα πολλούς περιορισμούς και ιδιαιτερότητες στη ρύθμιση της θήρας. Το κυνήγι με γεράκι αδικαιολόγητα απαγορεύεται στη χώρα μας. Το κυνήγι με ραβδωτό όπλο ποτέ δεν επιτράπηκε, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Απαγορευόταν και συνεχίζει να απαγορεύεται η χρησιμοποίηση κραχτών, παγίδων, ομοιωμάτων, καρτεριών, και μηχανοκίνητων μέσων (συνηθισμένες «παραδοσιακές» κυνηγετικές τακτικές σε άλλες χώρες) , και πολλά άλλα… Ας να μην αναφερθούμε στις χήνες, ή στα άλλα υδρόβια είδη που ενώ επιτρέπεται το κυνήγι τους σε άλλες χώρες στην Ελλάδα κατ’ εξαίρεση προστατεύονται αυστηρώς… Και φυσικά ας μην αναφέρουμε ξανά εδώ όλα εκείνα που έπρεπε να γίνονται από τις κρατικές υπηρεσίες αλλά για άγνωστους λόγους δεν γίνονται, όπως: (έργα βελτίωσης βιοτόπων, εφαρμογή συστηματικής θηρευτικής πολιτικής, μελέτες για τα θηρεύσιμα, φύλαξη και προστασία των θηραματικών πληθυσμών, λειτουργία σύγχρονων και συνεργάσιμων υπηρεσιών διαχείρισης της άγριας πανίδας και των θηραμάτων με τις κυνηγετικές οργανώσεις κλπ).
Σ’ αυτό το τεύχος, θα προσεγγίσουμε το θέμα: «ΖΩΝΕΣ ΘΗΡΑΣ ΤΡΥΓΟΝΙΩΝ, ΟΡΤΥΚΙΩΝ, ΠΕΡΙΣΤΕΡΟΕΙΔΩΝ κλπ, ή αλλιώς Ζώνες Διάβασης Αποδημητικών», ανταποκρινόμενοι στο αίτημα όσων κυνηγών έχουν ταλαιπωρηθεί αναζητώντας τα όρια ή την ακριβή τους θέση. Αυτό το άρθρο επίσης είναι και μια προσπάθεια ηθικής συμπαράστασης προς εκείνους, που ενώ δεν είχαν πρόθεση λαθροθηρίας, έτυχε να βρεθούν υπόλογοι επειδή πιάστηκαν να κυνηγούν στην άλλη πλευρά του δρόμου που σηματοδοτεί ένα από τα όρια μίας από τις διάσπαρτες Ζώνες Διάβασης αποδημητικών».
Αναζητήσαμε την αφετηρία καθορισμού αυτών των περιοχών και γι’ αυτό αναπόφευκτα θα πρέπει να κάνουμε ένα πισωγύρισμα στο χρόνο. Από την έρευνά μας προκύπτει ότι το όλο σύστημα, βασίζεται στους κανόνες θήρας που διαμορφώθηκαν για το απριλιάτικο κυνήγι των τρυγονιών, στο οποίο αργότερα προσαρμόστηκε και το κυνήγι αποδημητικών τον Αύγουστο σε πεδινές ή παραλιακές περιοχές. Να θυμηθούμε, ότι από το 1935 – ίσως και παλαιότερα – καταγράφονταν έντονες ζυμώσεις γι’ αυτό το θέμα, τόσο για το κυνήγι των τρυγονιών τον Απρίλιο όσο και για το κυνήγι των τρυγονιών και ορτυκιών τον Αύγουστο. Συγκεκριμένα, σε κυνηγετικό περιοδικό της εποχής εκείνης φαίνεται ότι η αιφνίδια απαγόρευση απριλιάτικων – γύρω στο 1933 - είχε προκαλέσει πλήθος αντιδράσεων από τους κυνηγούς. Μάλιστα, δημοσιεύονταν απόψεις σύμφωνα με τις οποίες η απαγόρευση θήρας στη χώρα μας ήταν άδικη, επειδή, την ίδια περίοδο - σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι κυνηγοί απολάμβαναν τέτοια κυνήγια, χωρίς κανένα περιορισμό. Εκτός από τις δημοσιευμένες αιτήσεις προς τον τότε αρμόδιο Υπουργό για θέματα θήρας, το θέμα είχε συζητηθεί εκτενώς στο Πανελλήνιο Συνέδριο Θήρας στην Αθήνα. Οι κυνηγοί εκείνης της περιόδου, προσπαθώντας μάλιστα να επαναφέρουν το κυνήγι τον Απρίλιο, είχαν καταθέσει στον τότε Υπουργό εκτός από επιστημονικά μελετημένα επιχειρήματα για τη θήρα του τρυγονιού και την επίσημη γνώμη του Διεθνούς Συμβουλίου Θήρας που συνηγορούσε για άσκηση κυνηγιού τον Απρίλιο, (κάτι τέτοιο δεν έβλαπτε τη διατήρηση ούτε των θηρεύσιμων ούτε άλλων ειδών). Άλλωστε, ήταν γνωστό και τότε, ότι οι τσίχλες, τα τρυγόνια ακόμα και τα υδρόβια, συλλαμβάνονταν ή θηρεύονταν χωρίς αριθμητικούς περιορισμούς σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (με δίχτυα, παγίδες στο έδαφος κλπ). Την περίοδο 1933-1935, η επίσημη δικαιολογία για την απαγόρευση του κυνηγιού τον Απρίλιο ήταν η εξής:
Α) κατά το κυνήγι των αποδημητικών «ενδεχομένως» να προκαλούνταν ζημιά στο ενδημικό θήραμα (πέρδικα και λαγό), και Β) πιθανόν να επηρεάζονταν αρνητικά η διατήρηση - προστασία των μικρών πουλιών, (ωδικών κλπ). Ειδικά αυτή η δικαιολογία δεν έστεκε, αφού για αυτά τα πουλιά στην χώρα μας δεν υπήρχε κυνηγετικό ενδιαφέρον. Στη γενική αυτή απαγόρευση υπήρχαν και εξαιρέσεις (πχ. Ζάκυνθος κ.ά), που διατηρούσαν το καθεστώς κυνηγιού τον Απρίλιο. Αυτό έδινε το έρεισμα στους κυνηγούς άλλων περιοχών να ζητούν ισότιμες ρυθμίσεις, δηλαδή να ισχύσει και για αυτούς το δικαίωμα κυνηγιού τρυγονιών τον Απρίλιο και τρυγονιών και ορτυκιών στις αρχές του Αυγούστου.
Σχετικές πληροφορίες και αποφάσεις υπάρχουν σε τεύχη της Κυνηγεσίας και Κυνοφιλίας εκείνης της περιόδου). Ανεξάρτητα από την τότε αιτιολόγηση για προσαρμογή σε διεθνείς συμβάσεις, για μέτρα προστασίας ορισμένων ειδών κλπ, ο καθορισμός «ζωνών κυνηγιού για τρυγόνια και αργότερα για τα ορτύκια», κάλυπταν – με έμμεσο τρόπο - το αίτημα αρκετών ελλήνων κυνηγών για μέτρα προστασίας του ενδημικού θηράματος (λαγού και πέρδικας), από απόπειρες λαθροθηρίας. Με δεδομένο ότι το κυνήγι της πέρδικας και του λαγού ξεκινούσε σχετικά αργά, και η θηροφύλαξη τότε ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, οι ντόπιοι κυνηγοί ήλπιζαν ότι με αυτό τον τρόπο θα «παρεμπόδιζαν» τους κυνηγούς των αποδημητικών να μπουν, ή να κυνηγούν στους παραδοσιακούς κυνηγότοπους των ενδημικών θηραμάτων, πριν την έναρξη θήρας τους. Για το θέμα αυτό στο βιβλίο «ΕΓΚΟΛΠΙΟ ΤΟΥ ΚΥΝΗΓΟΥ» 1972, του αείμνηστου Σπύρου Αν.Παπασπύρου, (δικηγόρου, και τότε Πρόεδρου της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος) αναφέρονταν τα εξής:
«Ο Κώδιξ (Ν.Δ.86/69) στο άρθρο 261, διακρίνει δύο χρονικά διαστήματα. Το ένα ονομάζει «κυνηγετικό έτος» που είναι και το διαρκέστερο, αρχίζοντας από 1 Αυγούστου και λήγοντας την 31ην Ιουλίου του άλλου έτους, το δε άλλο «κυνηγετική περίοδος» η οποία αρχίζει, αναλόγως με το είδος του θηράματος, άλλοτε νωρίτερα και άλλοτε αργότερα, και εν συνεχεία, όπως το άρθρο τούτο ετροποποιήθη με το άρθρο 11 του ν.δ.996/71, ορίζει το χρόνο που αρχίζει και τελειώνει το κυνήγι για κάθε είδους θήραμα, ως εξής:
1. Για το κυνήγι όλων των θηραμάτων (θηλαστικών και πτηνών) το κυνήγι επιτρέπεται από 10 Σεπτέμβρη * και λήγει την 31η Μαρτίου *. Δηλαδή από τις 10 Σεπτεμβρίου μέχρι 20 Μαρτίου του επόμενου έτους επιτρέπεται το κυνήγι κάθε είδους θηράματος εκτός από τους περιορισμούς που επιβάλλει είτε ο Κώδιξ με άλλες διατάξεις του είτε ο Υ.Ε. με απόφασή του. Όμως παράλληλα επ΄ αυτών είχε κάνει παρατηρήσεις σημειώσεις. Αναλυτικότερα:
- *Στις 10 Σεπτεμβρίου, παύουν να ισχύουν οι ζώνες διαβάσεως.
Για το κυνήγι των τρυγονιών και εν γένει των δενδρόβιων πτηνών, σημειώνεται:
- * Πριν τροποποιηθεί ο Κώδικας, με το ν.δ. 996/71 η περίοδος τέλειωνε στις 10 Μαρτίου. Τώρα (δηλαδή το 1972) το κυνήγι τελειώνει μείγμα στις 31 Μαρτίου, έγινε δε αυτή η μεταβολή σύμφωνα με απόφαση που έλαβε το Κυνηγετικό Συνέδριο για να κυνηγηθούν κυρίως τα ανοιξιάτικα παπιά τα οποία περνούν από τη χώρα μας κατά μεγάλα σμήνη χωρίς ποτέ να φωλιάζουν στον τόπο μας, με άλλα λόγια ολόκληρος ο θηρευτικός πλούτος περνούσε ανεκμετάλλευτος. Παλαιότερα, μαζί με τις παρατάσεις για τα τρυγόνια ή και χωριστά, παρατείνετο γενικώς η θήρα των ένυδρων (υδρόβια).
2. Για το κυνήγι των τρυγονιών και εν γένει των δενδρόβιων πτηνών * και από τα εδαφόβια * του ορτυκιού (μετά σκυλιού πτερωτού θηράματος) *, το κυνήγι επιτρέπεται από 20 Αυγούστου, σε περιοχές όπως διαβάσεως τούτων «περάσματα» τις οποίες ορίζει ο Υ.Ε. κατόπιν αιτήσεως των Δασικών Αρχών.
Οι σημειώσεις που έχει κάνει γι’ αυτό το θέμα είναι οι εξής:
- * Η διάταξη αναφέρεται στο συκοφάγο και αετομάχο (κεφαλά) ενώ είναι και άλλα δενδρόβια πουλιά, όπως τα περιστέρια, η φάσα, η τσίχλα, ο μελισσουργός, ο κότσυφας και το ψαρόνι (το τελευταίο ήταν τότε χαρακτηρισμένο ως επιβλαβές). Κατά συνέπεια, και αυτών των πουλιών επιτρέπεται το κυνήγι, αφού είναι δενδρόβια διότι η διάταξη είναι ενδεικτική και ομιλεί περί συκοφάγου και αετομάχου επειδή αυτή την περίοδο, είναι τα συνηθέστερα πουλιά. Άλλωστε ο Υ.Ε. στην απόφασή του πρόσθεσε και τα περιστεροειδή.
- * Με το ν.δ. 996/71 αφ΄ενός μεν επετράπη και η θήρα του ορτυκιού τον Αύγουστο αφ’ ετέρου δε ορίσθη και το είδος του σκύλου που έχει δικαίωμα να χρησιμοποιήσει ο κυνηγός, δηλαδή μόνον σκυλί φτερωτού θηράματος (πουλόσκυλο) και κανένα άλλο είδος, δηλαδή λαγόσκυλο, γκέκα κλπ.
- * Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν οι λεγόμενες ζώνες διάβασης οι οποίες στη συνέχεια τροποποιήθηκαν ή και συμπληρώθηκαν με νέες. Η Δ’ Κυνηγετική Ομοσπονδία, βλέποντας το μπλέξιμο που δημιουργούνταν στους κυνηγούς, συνέστησε με το υπ’ αριθμ.355 της 13/8/71 έγγραφό της, να γίνει λεπτομερέστερη οριοθέτηση των ζωνών και τοποθέτηση πινακίδων με την ένδειξη «ΖΩΝΕΣ ΔΙΑΒΑΣΗΣ – ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ» προς αποφυγή παραβάσεων.
Την περίοδο εκείνη αρχίζουν να εμφανίζονται αναλυτικά οι ημερομηνίες θήρας για τα ενδημικά, ο αριθμός των επιτρεπόμενων θηραμάτων (ανά ημέρα και ανά θήραμα), και να σημειώνεται επίσης ότι ο νόμος δίνει το δικαίωμα στον Υ.Ε. να περιορίσει τον αριθμό αυτό, είτε σε ορισμένη περιφέρεια είτε σε ολόκληρο το κράτος. Με την ίδια διάταξη δίνεται το δικαίωμα στον υπουργό να καθορίζει τα θηρεύσιμα είδη (ενδημικά και αποδημητικά) *, να περιορίζει το χρόνο θήρας κ.ά. Όμως, ως αντιστάθμισμα στα τόσα δικαιώματα που είχε δώσει τότε ο νόμος στον Υ.Ε. για τον περιορισμό του κυνηγίου, ήταν φυσικό να του δώσει το δικαίωμα παράτασης της θήρας μόνο των αποδημητικών. Έτσι με το Ν.Δ.86/69, άρθρο 261 παρ. 7 δύναται ο Υ.Ε. να παρατείνει το κυνήγι των αποδημητικών δι’ αποφάσεώς του, είτε σε όλο το Κράτος είτε σε ορισμένες περιφέρειες, αντί πρόσθετου τέλους το ποίο επιβάλλει με την ίδια απόφαση *.
O κ.Παπασπύρου το 1972 έκανε τις εξής παρατηρήσεις γι’ όλα αυτά.
- * Αυτό το δικαίωμα του υπουργού να καθορίζει τον αριθμό κλπ των θηρεύσιμων, μπορεί να περιορίσει το κυνήγι πάρα πολύ. Με αυτό το δικαίωμα υπουργός καθόρισε τον αριθμό των θηρεύσιμων τρυγονιών την άνοιξη σε 15 ανά ημερήσια έξοδο, πράγμα που ξεσήκωσε διαμαρτυρίες από τους κυνηγούς γιατί τα αποδημητικά μόνο ελάχιστες φορές είναι δυνατόν να βρεθούν για να κυνηγηθούν (είναι δύσκολο να πέσει ο κυνηγός σε αποδοτικό πέρασμα) συχνά δε με μικρό ποσοστό επιτυχίας.
- * Σχετικά με το απριλιάτικα τρυγόνια ο υπουργός από το έτος 1969 παρέτεινε το κυνήγι των Απριλιάτικων τρυγονιών σε ζώνες διάβασης, προσδιόρισε τον αριθμό θηρεύσιμων και όρισε πάντοτε λίγες ημέρες, διαφορετικές στη Βόρεια Ελλάδα απ΄ ότι στην υπόλοιπη Ελλάδα. Τέλος, υποχρέωσε τους κυνηγούς να πηγαίνουν στον τόπο των ζωνών διαβάσεων με τα όπλα λυμένα στη θήκη τους. (…Το 1972, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, από το κυνήγι τρυγονιών τον Απρίλιο, η εθνική οικονομία ωφελούνταν γύρω στα 150.000.000 δρχ (από φυσίγγια, εστιατόρια, βενζίνες κλπ) Γύρω στα 20.000.000 εισέπραττε το κράτος από την έκδοση των αδειών! Την περίοδο δε που στη χώρα μας επιτρεπόταν μόνο το κυνήγι των Τρυγονιών κατά τον Απρίλιο, στην γειτονική Ιταλία και αλλού κυνηγιόντουσαν και τα ορτύκια καθώς και τα υδρόβια…)
Κάπως έτσι ξεκίνησε ο καθορισμός ζωνών θήρας των τρυγονιών, γύρω στο 1969. Προτάσεις για καθορισμό τέτοιων ζωνών ή για κατάργηση κάποιων άλλων, γίνονταν από τις δασικές αρχές, ορισμένες φορές μετά από πρόταση των κατά τόπους κυνηγετικών συλλόγων. Εκείνη την περίοδο, κάθε χρόνο, χάρτες χαράζονταν και χάρτες άλλαζαν σε όλη την επικράτεια… και όλο αυτό τον καιρό οι κυνηγοί (ιδιαίτέρα οι κάτοικοι των αστικών κέντρων) έπρεπε να ενημερώνονται συνεχώς για τα όρια των ζωνών κυνηγιού, ειδικά οι κυνηγοί που μετέβαιναν για κυνήγι σε περιοχές που δεν τις γνώριζαν καλά…
Με την υπ’ αριθμ.15339/1265/70 απόφαση του υπουργού Γεωργίας, καθορίστηκαν τόποι διαβάσεως τρυγονιών και ορτυκιών. Το κυνήγι δε των τρυγονιών καθορίστηκε για τις 25 Αυγούστου χωρίς σκυλί, σε περιοχές απ’ όπου περνούσαν (τρυγονότοπους) και όχι όπως γινόταν στο παρελθόν (άρθρ.261 παρ.3 του Ν.Δ.86/69). Σε άρθρο του ο Δρ.Στ.Μπασουράκος, είχε αναφέρει: «Για τα ορτύκια ο Νόμος δεν ανέφερε τέτοιο πράγμα, εκτός εάν επιτραπεί το κυνήγι τους από 20 ή 25 Αυγούστου (μέχρι τότε ήταν στις 10 Σεπτέμβρη) οπότε μπορεί να ορισθεί να κυνηγιούνται, μαζί με τα ορτύκια σε καθορισμένους τόπους. Επομένως, τότε οι ζώνες διαβάσεως τρυγονιών έγιναν και ορτυκιών».
Στη διάταξη που καθορίζει ποια αποδημητικά πουλιά επιτρέπονταν να κυνηγηθούν από τις 20 Αυγούστου, σε «ζώνες διαβάσεως» αναφερόταν ο συκοφάγος, ο αετομάχος, αλλά και τα δενδρόβια όπως περιστέρια, φάσα, τσίχλα, μελισσουργός, κότσυφας, και το ψαρόνι.
Με το ν.δ.997/71 επιτράπηκε και το κυνήγι του ορτυκιού από τις 20 Αυγούστου σε περιοχές όμως διαβάσεως «περάσματα» τις οποίες όριζε ο αρμόδιος υπουργός. Επίσης τότε καθορίστηκε ότι σ’ αυτό το κυνήγι επιτρέπονται μόνο οι σκύλοι για τα πουλιά, ενώ απαγορεύονται οι σκύλοι για λαγό, τριχωτά κλπ. Τότε μάλιστα καθορίστηκαν, μετά από εισηγήσεις των δασικών αρχών κάποιες περιοχές (περιοχές ζωνών θήρας τρυγόνων, ορτύγων, δενδρόβιων και λοιπών περιστεροειδών» όπου παρατηρούνταν περάσματα ή σταθμεύσεις τέτοιων ειδών. Στην αρχή ο καθορισμός τέτοιων περιοχών προσδιορίστηκε να έχει διάρκεια ισχύος για δύο (2) έτη. Οι περιοχές αυτές ήταν κυρίως πεδινές, με άνοιγμα προς τη θάλασσα. Σε αυτές τις ζώνες διάβασης γίνονταν το κυνήγι τρυγονιών τον Απρίλη και απ’ αυτές ξεκίναγαν οι κυνηγοί τον Αύγουστο. Βέβαια, ο Δρ.Μπασουράκος τότε, σε άλλο άρθρο είχε αναφέρει ότι αυτές οι ζώνες κυνηγιού αποδημητικών δεν δικαιολογείται να είναι ίδιες και τον Απρίλιο και τον Αύγουστο, γιατί οι διαδρομές που ακολουθούν αυτά τα πουλιά διαφέρουν ανά εποχή (αλλάζουν τα περάσματα και οι σταθμεύσεις ανά είδος και ανά εποχή).
- Η απόφαση 70222/2259/109 –19/7/1971 του Υπουργού Γεωργίας «Περί καθορισμού περιοχών διαβάσεως τρυγόνων και ορτύγων» είχαν προσδιορισθεί πολύ γενικά, γι’ αυτό και Δ’ Ομοσπονδία Στερεάς Ελλάδας και Θεσσαλίας, ζητούσε λεπτομερέστερη χαρτογράφηση και σήμανση σε όσες περιοχές επιτρέπεται η θήρα.
- Στην υπουργική απόφαση 54604/2939/24-7-76, καθορίζονταν, για μια δεκαπενταετία (15 χρόνια), οι ζώνες θήρας ορτυκιών και δενδρόβιων πτηνών (τρυγονιών, συκοφάγων, αετομάχων, αγριοπερίστερων, φασών κλπ) καθώς και των επιβλαβών από 20 Αυγούστου έως και 14 Σεπτεμβρίου. Ως συνέπεια αυτού οι δασικές υπηρεσίες έπρεπε, στην κατά τόπους ρυθμιστική διάταξη θήρας που εξέδιδαν, να περιγράφουν λεπτομερώς τα όρια των ζωνών που επιτρεπόταν το κυνήγι των ορτυκιών και των δενδρόβιων καθώς και το επιβλαβών. Από τότε και μέχρι το 1980, ίσχυε αυτό το καθεστώς και για τις νέες ζώνες που καθορίζονταν, ή τροποποιούνταν. Τον Ιούλιο του 1980, κατά το σχολιασμό της ρυθμιστικής περιόδου 1980 –1981, ο Στ.Μπασουράκος για το κυνήγι των αποδημητικών σημείωνε ότι σύμφωνα με την Οδηγία 79/409, τη Σύμβαση της Βέρνης και τη Σύμβαση της Βόννης, ενδεχομένως να χρειαζόταν στο μέλλον να απαγορευτεί το κυνήγι πολλών ειδών, όταν δηλαδή θα ενσωματώνονταν σε ελληνικό νόμο οι κατευθύνσεις αυτών των διεθνών κανόνων!!! Παράλληλα σημείωνε ότι ο προσδιορισμός των περιοχών θήρας, πρέπει να είναι «ζώνες θήρας ορτύγων», «ζώνες θήρας τρυγόνων» κ.ο.κ. και να σταματήσουν να τις αναφέρουν ως «περιοχαί διαβάσεως» ή αλλιώς που δεν προσδιόριζε σαφέστατα το ρόλο καθορισμού τους. Βέβαια όλο αυτό τον καιρό, δημοσιεύονταν απόψεις εκπροσώπων κυνηγετικών συλλόγων που ζήταγαν την ενιαία έναρξη και για το λαγό και για την πέρδικα, στις 25 Αυγούστου ή αν αυτό ήταν αδύνατο να περάσει, ζητούσαν ως λύση την έναρξη κυνηγιού όλα τα θηράματα την 1η Σεπτέμβρη για αποφυγή τριβών και αντιδράσεων ανά περιοχές. Αυτή η προστριβή γενικά έχει αποβεί ένα αρνητικό σημείο στη διαμόρφωση της συνολικής περιόδου θήρας στη χώρα μας.
- Την κυνηγετική περίοδο 1981-1982, ο Στ.Μπασουράκος σημειώνει ότι επειδή με το νόμο που προετοιμαζόταν, θα προβλεπόταν η ίδρυση Σώματος Θηροφυλακής, όλες αυτές οι ζώνες θήρας ορτυκιών, τρυγονιών κλπ., που λανθασμένα η ρυθμιστική συνέχιζε να τις αναφέρει ως ζώνες διαβάσεως ή περάσματος ορτυκιών κλπ, έπρεπε να καταργηθούν. Η προστασία των ενδημικών θα γινόταν πλέον από τους θηροφύλακες και γι’ αυτό οι Ζώνες δεν θα χρειάζονταν.
- Το 1982, για τα απριλιάτικα – ενώ οργίαζαν οι φήμες για απαγόρευση του απριλιάτικου τρυγονιού - λόγο της οδηγίας 79/409 – προωθούνταν η άποψη ότι αποτελούν «παραδοσιακό κυνήγι» σε ορισμένες περιοχές της χώρας (στη Ζάκυνθο, Παξούς, Κατάκωλο, Μάνη, Κυκλάδες, Κρήτη κλπ) και ότι για αυτό το λόγο έπρεπε να διατηρηθεί, το κυνήγι τους αυτή την περίοδο ανεξαρτήτως ευρωπαϊκών προτροπών. Παράλληλα όμως σημειωνόταν το πρόβλημα της συνεχούς μείωση των κυνηγότοπων από τη δημιουργία προστατευόμενων περιοχών έκτασης πολλών χιλιάδων στρεμμάτων (ως καταφύγια, προστατευόμενους υγρότοπους, ευαίσθητα οικοσυστήματα, εθνικούς δρυμούς κλπ.)
Κάποια στιγμή λοιπόν που «μας τέλειωσε» το κυνήγι τρυγονιών τον Απρίλιο, οι ζώνες παραμένουν, για να προσδιορίζουν πλέον τις περιοχές όπου επιτρέπεται το κυνήγι των αποδημητικών κατά την έναρξη του κυνηγιού τον Αύγουστο. Γι’ αυτό το ζήτημα, σύμφωνα με τον αείμνηστο Παπασπύρου, κατά τη μεταφορά του κυνηγετικού καθεστώτος από διάταγμα σε διάταγμα ή μέσω υπουργικών αποφάσεων από χρόνο σε χρόνο, κάποιοι ουσιώδεις κανόνες για το κυνήγι, αλλοιώνονταν… Ένα παράδειγμα που δίνει, είναι το εξής: «Ενώ η περιοχή του Σουνίου ήταν από τους αριθμούς ένα κλασσικούς τόπους διαβάσεως αποδημητικών, τελικά εκεί δημιουργήθηκε εθνικός δρυμός, όπου απαγορεύεται το κυνήγι!» Αυτό, σημείωνε στο βιβλίο του, σύμφωνα με παλαιότερο νόμο θα ήταν αδύνατο. «Ο παλιός νόμος όριζε ότι στις περιοχές διαβάσεων ή σταθμεύσεων αποδημητικών, κανείς δεν μπορούσε αξιώσει δικαιώματα απαγορεύσεως του κυνηγίου προβάλλοντας το αίτημα ότι δεν θέλει να διέρχονται από την ιδιοκτησία του, ή να δημιουργήσει εκεί προστατευόμενες ζώνες. Σύμφωνα με την παλαιότερη νομοθεσία μάλιστα, κατ΄ εξαίρεση επιτρεπόταν το κυνήγι και σε καλλιεργημένες εκτάσεις, και σε δενδροφυτείες εφ’ όσον δεν ήταν περιφραγμένες με συνεχή φράχτη και τούτο διότι υπήρχε σαφές νομικό πλαίσιο που όριζε ότι δεν έπρεπε να εμποδίζεται το κυνήγι σε τέτοια μέρη». Παράλληλα, ανέφερε: « Ο νόμος αργότερα έδωσε το δικαίωμα στον Υπουργό να λαμβάνει με απόφασή του κάθε μέτρο που νομίζει προσοδοφόρο για να προστατεύσει, να διατηρήσει η διαφυλάξει τα ένυδρα και παρυδάτια πουλιά (πάπιες κλπ) σε περιοχές που περιλαμβάνουν λίμνες, βάλτους, ελώδεις εκτάσεις ή δέλτα ποταμών ή παρόχθιους εκτάσεις» και έτσι υπήρξαν ρυθμίσει προς αυτή την κατεύθυνση. Σήμερα «υποδείξεις για προστασία και απαγόρευση θήρας» κυοφορούνται όχι μόνο από το Υπουργείο Γεωργίας, αλλά και από το ΥΠΕΧΩΔΕ ή το Υπ.Αιγαίου (βλέπε περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους κλπ) Τα τελευταία χρόνια έχουμε πολλαπλές ζυμώσεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για τον καθορισμό περιοχών ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ, για το Δίκτυο NATURA, για την οριοθέτηση ή επέκταση των περιοχών ΡΑΜΣΑΡ, τους προσδιορισμούς βιοτόπων κάποιων σπάνιων ειδών βάσει των προγραμμάτων LIFE και πολλά άλλα…Και όλα αυτά δεν είναι γνωστά στο ευρύ κοινό. Σε κάποιες περιοχές οι κυνηγοί δεν μπορούν πλέον να πλησιάσουν, γιατί διάφορες δράσεις έχουν «ροκανίσει» τον καθαρό κυνηγετικό χώρο. Χιλιάδες στρέμματα έχουν ήδη παραδοθεί στην οικιστική ή στην τουριστική ανάπτυξη, στα δημόσια έργα (βλέπε Εγνατία Οδός και παράπλευροι περιορισμοί θήρας κλπ). Με το πέρασμα των χρόνων παρατηρήθηκε και η ίδρυση πολλών καταφυγίων θηραμάτων όχι μόνο σε ορεινές περιοχές αλλά και σε περιοχές περασμάτων αποδημητικών, πράγμα που σημαίνει ότι ο διαθέσιμος κυνηγετικός χώρος για το κυνήγι των αποδημητικών μειώθηκε αρκετά. Η χαριστική βολή φαίνεται ότι έχει δοθεί με την αιφνίδια μετονομασία των καταφυγίων θηραμάτων σε «καταφύγια άγριας ζωής», όπως και η πρόσφατη προτροπή του υπουργείου Γεωργίας, για ίδρυση καταφυγίων άγριας ζωής στο 60% της έκτασης σε πολλά νησιά του Αιγαίου (Κυκλάδες και Δωδεκάνησα). Οι διαπιστώσεις επιστημόνων, συνδικαλιστών του κυνηγετικού χώρου αλλά και απλών κυνηγών, είναι ότι από τότε που καθορίστηκαν οι «ζώνες διάβασης» μέχρι σήμερα έχουν σημειωθεί πολλές αλλαγές στην οικιστική κατάσταση της χώρας, σε θέματα προστασίας της άγριας ζωής αλλά κυρίως στον γεωργικό τομέα, και στις καλλιέργειες, κλπ., οι οποίες σηματοδοτούν νέα δεδομένα που πιστεύουμε ότι αξίζουν αναλυτικότερης αναφοράς. Στο επόμενο τεύχος θα επανέλθουμε στο θέμα με απόψεις και σχόλια για το τι μέλει γενέσθαι σχετικά με τις ζώνες διάβασης αποδημητικών.
Το θέμα είναι μεγάλο, πολύπλευρο, όμως για την ώρα θα βάλουμε μια τελεία. Και επειδή οδεύουμε προς την έναρξη, να σημειώσουμε ότι τα είδη που θηρεύονται στη χώρα μας από τις 20 Αυγούστου, είναι στην ουσία μόνο τρία: Τρυγόνια, ορτύκια, φάσσες. Οι δε περιοχές που επιτρέπεται το κυνήγι (πεδινές ζώνες διάβασης που δεν υπάρχει ενδημικό θήραμα) αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 1/3 της συνολικής επιφάνειας της χώρας. Επιπλέον η έναρξη της κυνηγετικής περιόδου δεν συμπίπτει με τον αναπαραγωγικό κύκλο των πτηνών, ούτε με την περίοδο εξάρτισης των πτηνών από τους γονείς τους. Επίσης η Ομοσπονδιακή Θηροφυλακή, λειτουργεί σε όλη τη χώρα και το έργο τους είναι αναμφισβήτητο στην καλύτερη φύλαξη των βιότοπων. Λεπτομέρειες για τα όρια «Ζωνών» μπορείτε να έχετε από τους κατά τόπους κυνηγετικούς συλλόγους και δασαρχεία, και γενικές πληροφορίες από τους χάρτες του κ.Τριανταφυλλάκου και όποιου άλλου εκδίδει τέτοιους χάρτες. Αυτό άλλωστε προτείνουν για την ενημέρωση των ενδιαφερόμενων και η κεντρική δασική υπηρεσία, θυμίζοντας μας την αδυναμία της κρατικής υπηρεσίας, να εκδώσει ενώ έχει περάσει σχεδόν μια δεκαετία, τέτοιους χάρτες. Από το 1985, μετά την Έκδοση της Κοινής Υπουργικής Απόφασης ΥΠΕΘΟ – ΥΠ.ΓΕ 414985/29-11-85 ΦΕΚ 757 Β’ 85) (άρθρο 11) δεν έχει εκδοθεί ένας αναλυτικός άτλαντας που να ομαδοποιεί και να σταχυολογεί όλα αυτά που ισχύουν για το κυνήγι των ορτυκιών και τρυγονιών την χρονική περίοδο 20 Αυγούστου – 10 Σεπτεμβρίου, στις ζώνες κυνηγιού τους. Οι ξένοι κυνηγοί όμως, επιτρέπεται να έρχονται στη χώρα μας και (επί ίσους όρους με τους Έλληνες κυνηγούς) να δοκιμάσουν την τύχη τους σε ζώνες κυνηγίου ορτυκιών και τρυγονιών διαβάζοντας χάρτες ή αναζητώντας τοπωνύμια που τα έχουν ξεχάσει ακόμα και οι ντόπιοι…
Στο επόμενο τεύχος επίσης θα παρουσιάσουμε την περίπτωση του Κυνηγετικού Συλλόγου Γρεβενών. Πρόκειται για μια υπόθεση που ξεκίνησε το 1985 και ταλαιπώρησε τον εκεί κυνηγετικό κόσμο μέχρι το 2001, δηλαδή τότε που επιτέλους κατάφεραν, μετά από ερώτηση στη Βουλή, να πάρουν «την αιτιολογημένη απάντηση» από τον Υφυπουργό Γεωργίας κ.Χατζημιχάλη, η οποία αναφέρει ότι καμία νέα ζώνη δεν μπορεί πλέον να ιδρυθεί και καμία παλιά να καταργηθεί. Η σχετική και πολύ ενδιαφέρουσα αυτή αλληλογραφία, καθώς και η θέση της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος για τις ΖΩΝΕΣ θα δημοσιευθούν στο επόμενο τεύχος.


Λεζάντες

1. Το κυνήγι του τρυγονιού τον Απρίλιο, είναι ο κύριος λόγος που αρχικά ιδρύθηκαν οι ζώνες
2. Το κυνήγι ορτυκιού τον Αύγουστο, ήταν και αυτός ένας από τους λόγους που διατηρήθηκαν οι ζώνες όταν το κυνήγι του απριλιάτικου «καταργήθηκε».
3. Τα ενδημικά (λαγός και πέρδικα) που ενδημούν σε ορεινές περιοχές κυρίως, δεν επηρεάζονται ούτε ενοχλούνται από το κυνήγι των αποδημητικών στις ζώνες.
4. Τι κυνήγι στις καλλιέργειες, σε πολλές περιοχές απαγορεύεται, ή εγκυμονεί κινδύνους (φόλες). Παράλληλα, σε κάποιες κυνηγετικές περιοχές αποδημητικών, ο «συναγωνισμός» στη χρήση της γης μπορεί να αποβεί αιτία διαφωνιών. Εδώ και δεκαετίες υπάρχουν και στη χώρα μας μεγάλες οριζόντιες εκτάσεις με μονοκαλλιέργειας, με πολλά χημικά λιπάσματα κλπ. όπου οι κυνηγοί είναι αβέβαιο αν βρίσκουν ή μπορούν εκεί να ψάξουν για θηράματα.