ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΥΠΑΡΧΟΝΤΟΣ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ – ΔΥΣΧΕΡΕΙΕΣ

ΣΚΟΠΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ

Η οργάνωση της θήρας στη χώρα μας προβλέπεται μέχρι σήμερα από τον τελευταίο ειδικό νόμο για τη θήρα τον Α. Ν. 525/1968 «Περί θήρας» (Φ.Ε.Κ. Α΄198/9-9-1968). Οι διατάξεις του συμπεριλήφθηκαν στο ΒΙΒΛΙΟ 6ο «ΘΗΡΑ» του Ν.Δ. 86/1969 «Δασικός Κώδικας» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 7/18-1-1969) άρθρα 251 έως 267 και 287 έως 289. Δασικός Κώδικας (Νόμος περί Θήρας).

Όπως είναι γνωστό στις υφιστάμενες περί θήρας διατάξεις, εκτός από τα ζητήματα αυτής καθ΄ αυτής της οργάνωσης της κυνηγετικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβάνονται και οι ρυθμίσεις για την προστασία, διαχείριση, εμπορία των ειδών της άγριας πανίδας, των βιοτόπων τους και της αυτοφυούς χλωρίδας. Εκτός από αυτά πρέπει να γίνει ειδική μνεία και στις διατάξεις, που προκύπτουν από διεθνής συμβάσεις και οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως της Κ.Υ.Α. με αριθ. 414985/1985 «Μέτρα διαχείρισης της άγριας πτηνοπανίδας» (Φ.Ε.Κ. Β΄ 757/1985), της Κ.Υ.Α. με αριθ. 87578/703 (Φ.Ε.Κ. Β΄ 581/2007) της Κ.Υ.Α. με αριθ. Η.Π. 37338/1807/Ε. 103 «Καθορισμός των μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων …..» (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1495/2010) κ.α.

Το κυνήγι ως παραδοσιακό ελέυθερο «σπόρ» διέγραψε το κύκλο ζωής του. Η άσκησή του ως τέτοιο έχει ταυτιστεί με τις έννοιες της ψευδοοικολογίας και της δήθεν προστασίας των θηραμάτων. Με τη λήψη εφήμερων μέτρων και της στιγμιαίας αντιμετώπισης των θεμάτων που ανακύπτουν, χωρίς μακρόπνοο σχέδιο, αποδείχθηκε ότι διαχειριζόμαστε το θηραματικό κεφάλαιο του τόπου μας τουλάχιστον τυχαία. Η αναφορές μας πλέον, όπως διατάσει η σύγχρονη Δασοπονία, πρέπει να γίνονται σε θηραματικό Κεφάλαιο και όχι πλούτο. Ως Κεφάλαιο δέον να διαχειρίζεται και ως πόρος, που αποδίδει τον αναλογούντα τόκο (εφόσον προκύπτει) και πρέπει να αντιμετωπίζεται ανάλογα.

Α) ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ – ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ

Στο άρθρο 261 του Δασικού Κώδικα με το οποίο παγίως καθορίζεται η κυνηγετική περίοδος των θηρεύσιμων ειδών, ουσιαστικά τείνει να αυτοκαταργηθεί, εξαιτίας των συνεχόμενων αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας. (Σχετικές Αποφάσεις Σ.τ.Ε. 366/1993, 1174/1994, 1592/1998). Με βάση λοιπόν τη νομολογία που έχει αναπτυχθεί από το Σ.τ.Ε., η έκδοση της υπουργικής απόφασης περί ρυθμίσεως της θήρας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη νόμιμη άσκηση της θηρευτικής δραστηριότητας καθ΄έκαστον έτος.

Κρίνεται ως απαραίτητη η εκπόνηση μελετών τουλάχιστον 5ετούς διάρκειας, έτσι ώστε να ορίζεται η διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου, η κάρπωση των θηρεύσικων ειδών με γνώμονα της αειφόρο ανάπτυξη και διατήρηση των ειδών, που αποτελούν αντικείμενο θήρας. Η εκπόνηση των μελετών αυτών γίνεται από ειδικούς κρατικούς ερευνητικούς φορείς, με σκοπό την ανάπτυξη της θηραματοπονίας και της άγριας πανίδας. Η ίδρυση τέτοιων φορέων στα πλαίσια λειτουργίας της αρμόδιας Δ/νσης Αισθητικών Δρυμών & Θήρας του Υ.Π.Ε.Κ.Α. με τη συμμετοχή των κυνηγετικών οργανώσεων, επιστημόνων από τις Σχολές Δασολογίας, Οικολογικές οργανώσεις (Ορνιθολογική Εταιρία, WWF κ.λ.π.) και επιστημονικού προσωπικό των Καλλικρατικών Δήμων. Με αυτό τον τρόπο θα υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση για τη κυνηγετική δραστηριότητα, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την κοινωνική και οικολογική διάσταση της θήρας, αλλά και το δημόσιο συμφέρον. Οι μελέτες αυτές θα είναι καθοριστικές για την έκδοση της σχετικής υπουργικής απόφασης του Υ.Π.Ε.Κ.Α. και θα ισχύει για μια πενταετία, εκτός και αν άλλες μελέτες του φορέα προβλέπουν διαφορετικά. Νομολογία του Σ.τ.Ε. (366/1993) έχει καταδείξει την απαραίτητη συμμετοχή και των οικολογικών οργανώσεων, στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων για τη θήρα.

Β) ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΦΥΛΑΞΗΣ – ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

Ο θεσμός των ιδιωτικών φυλάκων θήρας θεωρείται το απομεινάρι μίας σειράς παρόμοιων παρωχημένων θεσμών, που ίσχυαν ακόμη από τον 19ο αιώνα στη δασική νομοθεσία, όπως ήταν οι ιδιωτικοί δασοφύλακες, οι επόπτες πρασίνου, κλπ. θεσμοί που μετά την εφαρμογή του άρθ. 24 του Συντάγματος, για την υποχρέωση της προστασίας από το Κράτος του φυσικού περιβάλλοντος και των δασών, έχουν καταργηθεί είτε τυπικά είτε σιωπηρά (βλ. 204/2001 Ν.Σ.Κ.).

Η πρόταση αποσκοπεί στην κάλυψη του μεγάλου κενού, που έχει δημιουργηθεί στις δασικές υπηρεσίες, ως αποτέλεσμα της απουσίας από το 1987 των κρατικών φυλάκων θήρας. Η απουσία αυτή τελικά επέφερε αδυναμία στις δασικές υπηρεσίες, για την αποτελεσματική εφαρμογή και τήρηση των περί θήρας διατάξεων.

Αποσκοπεί στην αναδιοργάνωση των δασικών υπηρεσιών, για την αποτελεσματικότερη εποπτεία της εφαρμογής και τήρησης των περί θήρας διατάξεων, με την ενσωμάτωση των ιδιωτικών φυλάκων θήρας στις Δασικές Υπηρεσίες.

Η πρόταση αποσκοπεί στη δημιουργία εκ νέου ενός δυνατού Σώματος με επαρκές προσωπικό, δυνάμενο να αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες για την ουσιαστική εφαρμογή και παρακολούθηση των διαχειριστικών μέτρων και φυσικά και των ανάλογων κατασταλτικών μέτρων.

Στο άρθ. 267 του Δασικού Κώδικα στο οποίο υπήχθησαν οι διατάξεις του άρθ. 13 του Α.Ν. 525/1968, προβλέπεται η πρόσληψη κρατικών φυλάκων θήρας στις δασικές υπηρεσίες καθώς και η αναγνώριση από τον Υπουργό Γεωργίας των ιδιωτικών φυλάκων θήρας ως «φυλάκων θήρας», που προσλαμβάνουν οι κυνηγετικές οργανώσεις και οι ιδιοκτήτες μη δημοσίων εκτάσεων. Το καθεστώς πρόσληψης των κρατικών φυλάκων θήρας προέβλεπε ότι προσλαμβάνονταν με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας. Με μια σειρά νομοθετημάτων (Ν. 1476/1984, Ν. 1697/87, Ν. 1845/1989, Π.Δ. 242/1993) οι μέχρι τότε κρατικοί φύλακες θήρας ενσωματώθηκαν στο κλάδο ΔΕ Δασοφυλάκων, οι οποίοι ασκούσαν τα ευρύτερα καθήκοντα του κλάδου και όχι μόνο τις διατάξεις θήρας. Συν τω χρόνω όμως και μετά την ισχύ των παραπάνω, συνεχίζεται η αναγνώριση από τον Υπουργό Γεωργίας (ήδη ΥΠΕΚΑ) των ιδιωτικών φυλάκων θήρας, που προσλαμβάνουν οι κυνηγετικές οργανώσεις. Η ύπαρξη αυτών των οργάνων ιδιωτικής αστυνόμευσης, από την πρώτη στιγμή δημιούργησε σοβαρά ερωτηματικά για τη σκοπιμότητα την οποία εξυπηρετούν, ενώ παράλληλα πολλές φορές αμφισβητήθηκε και η νομιμοποίησή τους στα ποινικά δικαστήρια.

Μια σειρά, αποφάσεων ποινικών δικαστηρίων, γνωμοδοτήσεων του Ν.Σ.Κ. καθώς και γνωμοδοτήσεων του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου (π.χ. 1130/1998 Εφετείου Πατρών, 204/2001 Ν.Σ.Κ., 02/138/18-1-2008 & 250/23-1-2009 Εισ. Αρείου Πάγου, και σειρά αποφάσεων ποινικών δικαστηρίων σε περί θήρας δίκες, έχει δημιουργήσει σύγχυση ως προς το αν οι ιδιωτικοί φύλακες θήρας των Κυνηγετικών Οργανώσεων θεωρούνται ανακριτικοί υπάλληλοι για τις περί θήρας διατάξεις, όπως οι δασικοί υπάλληλοι αλλά και υπάλληλοι κατά το άρθρο 13 του Π.Κ. Να ληφθεί υπόψη ότι στον Δασικό Κώδικα από το 1923 και μετά και σε όλες τις σχετικές διατάξεις προβλέπεται η παράλληλη λειτουργία δασικών υπαλλήλων και φυλάκων θήρας, οι οποίοι λειτουργούν στο πλαίσιο των δασικών υπηρεσιών.

Η διατήρηση παράλληλων θεσμών ιδιωτικής αστυνόμευσης για τη θήρα, σε κρίσιμα καθήκοντα όπως είναι τα ανακριτικά και αστυνομικά σε δημόσιες εκτάσεις, διασπά το ενιαίο της φύλαξης του φυσικού περιβάλλοντος, δημιουργούνται προϋποθέσεις μετατόπισης του κέντρου βάρους της προστασίας σε ιδιώτες και τελικά στην απαξίωση των δασικών υπηρεσιών. Δεν πρέπει επίσης να αγνοηθεί η ρητή διάταξη του Συντάγματος ότι το Κράτος έχει την υποχρέωση της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος και δεν μπορεί να μεταβιβάζει την υποχρέωση αυτή σε ιδιώτες.

Η διατήρηση των υφιστάμενων διατάξεων περί άσκησης αστυνομικών και ανακριτικών καθηκόντων, από ιδιωτικούς υπαλλήλους σε δημόσιες δασικές εκτάσεις, καταδεικνύουν μια «παγκόσμια πρωτοτυπία». Περαιτέρω το παγκόσμιο παράδοξο δύναται να εστιαστεί και στο ότι ουσιαστικά ο ελεγκτής είναι και ελεγχόμενος. Κατά πόσο νομιμοποιείται ένας ιδιώÄης, να αυτορυθμίζει τα του οίκου του και ταυτόχρονα να ασκµί δημόσια εξουσία σε δημόσιες δασικές εκτάσεις; Με την ίδια λογική θα μπορούσε ο Εμπορικός Σύλλογος να ιδρύσει δικό του Σ.Δ.Ο.Ε. και να αυτοελέγχεται, οι αλιευτικοί συνεταιρισμοί θα μπορούσαν να ιδρύσουν δικό τους «Λιμενικό Σώμα» για να αυτοελέγχονται κ.ο.κ. Σε πιο κράτος του σύγχρονου Κόσμου οποιοσδήποτε μπορεί να υποκαταστήσει τις κρατικές υπηρεσίες;

Η πρόταση αποσκοπεί στην εφαρμογή των Συνταγματικών επιταγών, που αναφέρουν ότι η αρχή της ισονομίας και της ισοπολιτείας κατά την οποία όλοι οι πολίτες είναι ίσοι απέναντι στο νόμο και συνεπώς είναι ασυμβίβαστο οι ελεγκτές να είναι και ελεγχόμενοι.

Η πρακτική αυτή εκτός αυτών, υποκρύπτει και άλλα προβλήματα εξίσου σοβαρά. Επί παραδείγματι, δύναται να επιτρέψει φαινόμενα πρόκλησης επεισοδίων και αδικιών σε βάρος των κυνηγών – πολιτών. Επίσης επιτρέπει στις κυνηγετικές οργανώσεις, να διατάσουν τους φύλακες θήρας αυθαίρετα να μεταβαίνουν οπουδήποτε αυτές θέλουν. Και τέλος δεν εγγυάται κανείς με κανένα τρόπο το απόρρητο της υπηρεσιακής κίνησης των φυλάκων θήρας, γιατί οι διαταγές κίνησής τους μπορούν να τις γνωρίζουν οι κυνηγοί μέλη των κυνηγετικών Οργανώσεων.

Αντικειμενικά λοιπόν μπορεί να θεωρηθεί αυτό το νομικό πλαίσιο ως παγκόσμια πρωτοτυπία γιατί απλά δεν υφίσταται και δεν μπορεί να υφίσταται παρόμοιό του πουθενά στον κόσμο.

Η ένταξη των πρώην αγροφυλάκων στις δασικές υπηρεσίες, κατέδειξε τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να πραγματοποιειθεί αυτή η θεσμική αλλαγή. Η σχετική νομοθετική ρύθμιση μπορεί να βασιστεί και στο νομικό προηγούμενο που ακολουθήθηκε με τον Α.Ν. 525/1968, όταν προσλήφθηκαν τότε κρατικοί φύλακες θήρας στις δασικές υπηρεσίες. Σύμφωνα με τον Α.Ν. 525/1968 οι ευδοκίμως υπηρετήσαντες αναγνωρισμένοι ιδιωτικοί φύλακες θήρας των κυνηγετικών συλλόγων (του άρθ. 11 του Α.Ν. 1926/1939) προσλήφθηκαν κατά προτίμηση ως φύλακες θήρας στις δασικές υπηρεσίες σε σχέση με τους υπόλοιπους υποψηφίους (βλ. παρ. 3 άρθ. 13 του Α.Ν. 525/1968).

Γ) ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ – ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ – ΕΘΝΙΚΟ ΜΗΤΡΩΟ ΦΟΡΕΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΗΡΑ

Στο άρθρο 266 του Δασικού Κώδικα προβλέπεται ότι μόνο οι Κυνηγετικές Οργανώσεις έχουν τη δυνατότητα (σ.σ. προνόμιο) να συνεργάζονται επίσημα με το αρμόδιο Υπουργείο Γεωργίας νυν αρμόδιο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής (στο εξής Υ.Π.Ε.Κ.Α.). Στο ίδιο άρθρο προβλέπεται ότι η αντιπροσώπευση του κυνηγετικού κόσμου, απορρέει μόνο μέσω των Κυνηγετικών Οργανώσεων, πρόβλεψη άκρως αναχρονιστική η οποία αφενός δεν παρέχει δυνατότητα επιλογής του κυνηγού – πολίτη, αφετέρου απαγορεύει ουσιαστικά την ίδρυση άλλων ανεξάρτητων παρόμοιων Οργανώσεων.

Επιβάλεται ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου των κυνηγετικών οργανώσεων. Παράλληλα μετά την απόφαση 2235/1979 Σ.τ.Ε. άρχισαν να δημιουργούνται και άλλες ενώσεις κυνηγών που δεν είναι αναγνωρισμένες και συνεργαζόμενες. Η υποβληθείσα πρόταση αποσκοπεί στην αρτιότερη και εγκυρότερη διαχείριση των φυσικών πόρων, που σχετίζονται με το κυνήγι και τα θηράματα, σε συνάρτηση με την ανάμειξη των Κυνηγετικών και όχι μόνο Οργανώσεων και η πολυπόθητη συνεργασία τους με το Κράτος.

Στοχεύει επίσης στην επιστημονικότερη αποτύπωση και ανάγνωση των προβλημάτων διαχέιρισης και στην λήψη νόμιμων, έγκυρων και επιστημονικά τεκμηριωμένων μελετών, προκειμένου η θήρα να καταστεί ένα πραγματικό εργαλείο διαχείρισης σεβαστό από όλες τις εμπλεκόμενες κοινωνικές ομάδες.

Δ) ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΚΥΝΗΓΩΝ

Το ημερολόγιο κυνηγού μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ καλό εργαλείο διαχείρισης στη διάθεση του ΕΕΚΘΑΠ. (αναλύεται παρακάτω). Έτσι καθίσταται ο κυνηγός συνυπεύθυνος στη διαχείριση των θηραμάτων, αναγνωρίζεται ως ισότιμο μέλος των διαδικασιών και νιώθει ότι συμμετέχει ενεργά στο κυνηγετικό γίγνεσθαι.

Ε) ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΥΝΗΓΩΝ

Η πραγματικότητα κατέδειξε, με το πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι η ελλειπής εκπαίδευση των κυνηγών, επιφέρει με τη σειρά της σωρεία λανθασμένων ενεργειών στο πεδίο του κυνηγιού. Η θανάτωση μη επιτρεπόμενων θηραμάτων. που θηρεύθηκαν παράνομα λόγω της αδυναμίας των κυνηγών να αναγνωρίσουν εγκαίρως το υποψήφιο θήραμα, είναι φαινόμενο που έχουμε διαπιστώσει στη πράξη. Η δημοσίευση εκ μέρους των Μ.Μ.Ε. φαινομένων σχετικά με δολοφονίες κυνηγών από συνάδελφο κυνηγό στο πεδίο, είναι πολύ συχνό φαινόμενο.

ΣΤ) ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΘΗΡΑΣ

Το κυνηγετικό δικαίωμα ανήκει στο Κράτος και τα θηράματα είναι φυσικός πόρος που θεωρείται δημόσιο αγαθό.

Σε χώρες της Ε.Ε. όπου η θήρα ασκείται με τον τρόπο που ασκείται στη χώρα μας, στην οποία το κυνηγετικό δικαίωμα ανήκει το Κράτος (η θήρα ασκείται κατόπιν άδειας από το Κράτος), το θήραμα είναι δημόσιο αγαθό και δεν ανήκει στον ιδιοκτήτη της γης, όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης (κατάλοιπο των φεουδαρχικών συστημάτων).

Η δυνατότητα του αποκλειστικού δικαιώματος της θήρας σε δημόσιες εκτάσεις, έπαψε να ισχύει με την εφαρμογή του α.ν. 525/1968, διατηρήθηκε όμως η δυνατότητα της ίδρυσης από ιδιώτες ή από διαφόρους φορείς, σε δημόσιες και μη εκτάσεις, των «κυνηγετικών περιοχών» στις οποίες η θήρα μπορεί να διεξαχθεί, υπό ειδικό καθεστώς σε σχέση με την υπόλοιπη επικράτεια. Οι περιοχές αυτές με την εφαρμογή του άρθ. 4 του ν. 177/1975 ονομάστηκαν «ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές».

Είναι σκόπιμο να συνδυαστεί η θέσπιση μίας τέτοιας καινοτομίας, με την παράλληλη αντιγραφή παρόμοιων μοντέλων διαχείρισης που ισχύουν σε χώρες της Ευρώπης. Η καινοτομία αυτή μπορεί να συνδυαστεί με τη δυνατότητα των εκάστοτε Υπουργών Οικονομικών και Υ.Π.Ε.Κ.Α. να παραχωρούν το δικαίωμα θήρας, μέσω της εκμίσθωσης με δημοπρασία για μία τριετία, ή της παραχώρησης σε κυνηγετικά σωματεία αντί μισθώματος, το αποκλειστικό δικαίωμα της θήρας, σε δημόσιες εκτάσεις.

Η ανωτέρω ρύθμιση δυνητικά μπορεί να επεκταθεί και στους ιδιοκτήτες περιφραγμένων κτημάτων ή ιδιωτικών δασικών εκτάσεων, ικανής βέβαια εκτάσεως, με σκοπό την αποκλειστική άσκηση της θήρας, ορισμένου αριθμού θηραμάτων ή ορισμένων ειδών, κατόπιν ειδικών αδειών ή κατόπιν ενοικιάσεως εκ μέρους του ιδιοκτήτη. Το δικαίωμα θήρας του ιδιοκτήτη δεν δύναται να παραχωρηθεί σε τρίτους, άνευ σχετικής Κοινής Υπουργικής Απόφασης των συναρμόδιων Υπουργών και κατόπιν σχετικής εισήγησης του «Ε.Ε.Κ.Θ.Α.Π.»

Η δυνατότητα όμως που δίνεται εκ νέου στο Κράτος, να παραχωρεί το δικαίωμα θήρας, του παρέχει ταυτόχρονα και τη δυνατότητα να αποτιμά και με οικονομικούς όρους το θηρευτικό κεφάλαιο, μέσα από τις σχετικές διαχειριστικές μελέτες, αποκομίζοντας ταυτόχρονα μέγιστα οικονομικά οφέλη εν ώρα οικονομικής κρίσης.

Επιμέρους προτάσεις επί των άρθρων του ισχύοντος Δασικού Κώδικα

Άρθρο 262 «Άδειες θήρας»

Η υποβληθείσα πρόταση περί έκδοσης άδειας θήρας, θα γίνεται από τις αρμόδιες δασικές υπηρεσίες, με βάση το ισχύον καθεστώς συναλλαγής των πολιτών με το δημόσιο (δηλαδή και με εξουσιοδότηση). Η υποβολή των δικαιολογητικών μπορεί να γίνει ακόμη είτε μέσω ΚΕΠ είτε ηλεκτρονικά. Η πρόταση αυτή, αποσκοπεί στη μειώση του όγκου της διοικητικής εργασίας των υπαλλήλων των δασικών υπηρεσιών, στην απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών και στην καλύτερη, αποτελεσματικότερη και ταχύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών – κυνηγών.

Άρθρο 287 «Ποινικές Κυρώσεις»

Η πρόταση που υποβάλλεται αποσκοπεί στην άμεση εισροή πόρων υπέρ «Ειδικού Φορέα Δασών» μέσω της επί τόπου επιβολής χρηματικών διοικητικών προστίμων, για πταισματικές παραβάσεις θήρας. Αποσκοπεί επίσης στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης και στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων.

Άρθρο 255. «Κυνηγετικοί σκύλοι – Εκγύμναση»

Με την πρόταση αυτή επιδιώκεται να λυθεί ένα χρόνιο πρόβλημα, που αντιμετωπίζουν τα Δασαρχεία τα οποία δέχονται μεγάλη «πίεση» από την παρουσία κυνηγών – κυναγωγών, για την εκπαίδευση των κυνηγετικών τους σκύλων. Αποτέλεσμα της «πίεσης» αυτής είναι η συγκέντρωση και ο «συνωστισμός» μεγάλου αριθμού κυνηγών – κυναγωγών σε περιορισμένες εκτάσεις και πολύ κοντά σε κατοικίες, οι οποίες έχουν επεκταθεί σε βιότοπους, μετά και από την οικοδομική έκρηξη των τελευταίων χρόνων. Με το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο τα Δασαρχεία είναι υποχρεωμένα, να ορίζουν περιορισμένες εκτάσεις στις οποίες η εκγύμναση των κυνηγετικών σκύλων επιτρέπεται όλο το έτος. Αυτή η διάταξη επέτρεψε στους κυνηγούς – κυναγωγούς να προπονούν τους κυνηγετικούς σκύλους τους στη κυριολεξία όλο το έτος χωρίς καμιά διάκριση. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος ήταν να διαπιστωθούν, κατά τους μήνες τις αναπαραγωγικής περιόδου ( Απρίλιος – Ιούνιος) καταστροφές σε φωλιές πεδινών περδίκων και θανάτωση από τους σκύλους νεοσσών και θανάτωση μικρών λαγών μέσα από τος φωλιές τους. Η απαγόρευση εκγύμνασης κατά τη περίοδο από 1ης Απριλίου μέχρι 30ης Ιουνίου είναι απαραίτητη, έτσι ώστε να διακόπτεται η εκγύμναση την περίοδο αναπαραγωγής των θηραμάτων, ώστε να περιορίζεται η όχληση.

Άρθρο 261 «Χρόνος θήρας»

Με την ετήσια ρυθμιστική απόφαση κυνηγίου του Υπουργού Π.Ε.Κ.Α. να καταργηθεί ο καθορισμός της γενικής περιόδου κυνηγιού. Η περίοδος κυνηγιού θα πρέπει να ορισθεί ξεχωριστά για κάθε θηρεύσιμο είδος, σύμφωνα και με τις μελέτες που θα κατατίθενται από το «Επιστημονικό και Ερευνητικό Κέντρο για τη Θήρα και την Άγρια Πανίδα».

Κέντρα Περίθαλψης Άγριων Ζώων

Το έργο των Κέντρων αυτών είναι γνωστό και αποδεκτό από την Ελληνική Κοινωνία. Πολλές φορές γίνονται αποδέκτες άγριων ζώων, προϊόντα κατάσχεσης κατά τους σχετικούς ελέγχους των Δασικών Οργάνων. Οι Δασικές Υπηρεσίες δεν διαθέτουν ούτε τον κατάλληλο εξοπλισμό, ούτε το κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό (κτηνιάτρους, βιολόγους κ.λ.π.) για να φιλοξενήσει τα κατασχεθέντα ζώα. Έχει καταγραφεί ότι τα Κέντρα αυτά έχουν δεχθεί κατά καιρούς από ωδικά πτηνά μέχρι σκατζόχοιρους και ερπετά. Δεν πρέπει βέβαια να παραβλέψουμε τη φιλοξενία και την ιατρική βοήθεια, που προσφέρουν τα Κέντρα Περίθαλψης σε θηλαστικά και κυρίως πτηνά, που έχουν βρεθεί τραυματισμένα και έχουν παραχωρηθεί από πολίτες, Δασικές Υπηρεσίες και κυνηγετικές Οργανώσεις. Παράσχωντας λοιπόν τέτοια βοήθεια αναπληρώνοντας τη κρατική ανεπάρκεια, απαιτείται η πρόβλεψη σχετικής χρηματοδότησης.