Έθνος Κυνήγι 8/10/2009

Ο κυνηγός που θα κυνηγήσει όπως πρέπει τις πετροπέρδικες, δεν είναι ίδιος με τους άλλους. Πρέπει να το λέει και η καρδούλα και τα πνευμόνια του. Αν δεν ισχύουν αυτά καλύτερα να μην καταπιαστεί με αυτό το... ζήτημα. Η πέρδικα ανέκαθεν θεωρούνταν «ζόρικο» θήραμα που καμία σχέση δεν έχει με τα άλλα, γι αυτόν τον λόγο υπάρχει και το παρακάτω σατιρικό τετράστιχο:

Της Θανάσαινας ο γιος,
ο περδικοκυνηγός,
όλη μέρα στο κυνήγι και
το βράδυ τρώει... κρεμμύδι...

Alectoris graeca

Η δυσκολία αυτή στο κυνήγι της πέρδικας αποτυπώνεται γλαφυρά και σε μια κρητική μαντινάδα που λέει:

Η πέρδικα τς η κοπελιά
είναι κακό τσυνήγι,
θέλει στα γρήγορα φωτιά
μη σηκωθεί τσε φύγει...

Ακόμα και το τι τρώνε οι πέρδικες είναι καταγεγραμμένο σε στίχους. Η προτίμηση που δείχνει σε ορισμένες τροφές είναι φανερή στο παρακάτω δημοτικό τραγούδι:

Πούσουν πέρδικα γραμμένη
κι ήρθες το πρωί βρεμένη;

- Ημουνα πέρα στα πλάγια,
στις δροσιές και στα χορτάρια,
έτρωγα το Μάη τριφύλλι
και τον Αύγουστο σταφύλι...

Η πέρδικα είναι βασικό θέμα σε πάμπολλα δημοτικά τραγούδια. Κανένα άλλο πουλί δεν έχει τραγουδηθεί τόσο, ούτε και ο ίδιος ο αετός! Ο Κωστής Παλαμάς στον «Δωδεκάλογο του Γύφτου» ονομάζει «περδικόστηθη» την όμορφη τσιγγάνα. Με τον στίχο της πέρδικας αρχίζει και ένα θεσσαλικό τραγούδι που λέει:

Τρικαλινή μου πέρδικα
και Λαρσινή τρυγόνα...

Στη Ρούμελη, την ώρα που φτάνει η γαμήλια πομπή στο σπίτι του γαμπρού, όλοι μαζί οι συμπέθεροι τραγουδούν:

Εβγα μανούλα του γαμπρού
και πεθερά της νύφης,
να ιδής τον ακριβό σου γιο
ποια πέρδικα σου φέρνει,
πώς σιέται, πώς λυγίζεται,
πώς βεργοκαμαρώνεται...

Στη χορωδία των πουλιών λαμβάνουν μέρος και οι πέρδικες :

Τώρα τα πουλιά, τώρα
τα χελιδόνια,
τώρα οι πέρδικες συχνολαλούν

και λένε:

- Ξύπνα αφέντη μου, ξύπνα
γλυκό μου ταίρι,
ξύπνα αγκάλιασε κορμί
κυπαρισσένιο...

«Δεν υπάρχει εξυπνότερο και πιο δαιμονισμένο θήραμα από την πέρδικα», γράφει ο αείμνηστος Αγγελος Ποιμενίδης. «Ο λαγός κοιμάται τη μέρα και τον ξετρυπώνει ο σκύλος. Το αγριογούρουνο σού το προγκάνε οι χουγιαχτάδες (παγανιέρηδες). Το ορτύκι και η μπεκάτσα προδομένα από τον καιρό γίνονται παιχνίδι του σκύλου σου. Μα η πέρδικα σ' ακούει και στρατηγικά κινείται. Σ αντιλαμβάνεται και παίρνει άλλο δρόμο, τον τραχύ κι ανηφορικό, που θα λαχανιάσεις και θα σπάσουν τα στήθια σου. Η καρδιά σου θα βαράει σαν ταμπούρλο. Τρέχει όταν θελήσει σα λαγός και πετάει σαν τρυγόνα. Οταν πέσεις επάνω της ξαφνικά, πάλι θα σε κάνει να τα χάσεις με το τρομαχτικό της πέταγμα».

Μύθοι...
Ας δούμε όμως και μερικούς μύθους και θρύλους γύρω από την πέρδικα. Ο Οβίδιος γράφει στις «Μεταμορφώσεις» του πως η πέρδικα ήταν άνθρωπος. Μια μέρα όπως καθότανε δίπλα σε ένα πουρνάρι, είδε τον μυθικό Δαίδαλο τη στιγμή που έθαβε νεκρό τον άμοιρο γιο του Ικαρο. Αντί να λυπηθεί για το δυστύχημα αυτό, όπως θα έκανε κάθε συμπονετικός άνθρωπος, άρχισε να φωνάζει από χαρά, υβρίζοντας έτσι τη συμφορά των άλλων. Ο θεός οργίστηκε τότε και τη μεταμόρφωσε σε πουλί, την πέρδικα.

Ο Θεόφραστος γράφει πως η πέρδικα έχει διαφορετικό κακάρισμα σε διαφορετικούς τόπους. Συγκεκριμένα, στην Αττική αλλού κακαβίζει και αλλού τιτιβίζει. Σύνορο αυτών των διαφορών βάζει το βουνό του Κορυδαλλού. «Αθήνησιν επί τάδε πέρδικες του Κορυδαλλού προς το Αστυ κακαβίζουσιν, αι δ επέκεινα τιτιβίζουσιν». Να λοιπόν μια μαρτυρία από τα αρχαία κλασικά χρόνια, που βεβαιώνει ότι η Αττική είχε και γκρέκα και τσούκαρ! Η αγάπη και η αυταπάρνηση της πέρδικας για τα μικρά της είναι μοναδικά και έχουν επισημανθεί από τους αρχαίους χρόνους.

Ο Αριστοτέλης αναφέρει πως, όταν καταλάβει ότι της βρήκαν τη φωλιά με τα μικρά της, βγαίνει έξω και κυλιέται μπροστά στον διώκτη της σαν να προσφέρεται να την πιάσει ζωντανή. Αυτό το κάνει, όπως λέει ο Αριστοτέλης, για να δώσει καιρό στα περδικόπουλα να πετάξουν ή να φύγουν ένα ένα. Και άμα καταλάβει ότι έφυγαν όλα, τότε φεύγει άξαφνα και αυτή.

Η δημοτική μούσα τραγουδάει αυτή τη λαχτάρα για τους νεοσσούς της με τους παρακάτω στίχους:

Τήρα μη μοιάσεις του λαγού
όπου γεννάει κι αρνιέται.
Μοιάσε της πετροπέρδικας
της αηδονολαλούσας,
Που κάνει δεκαοχτώ πουλιά,
κανένα δεν αρνιέται.
Κι αν πέσει και πάρει ο αετός
ένα από τα πουλιά της
Κάνει καιρό να πιει νερό,
θολώνει και το πίνει.
Κι όπ εύρει μαύρη καψαλιά,
θα κάτσει να βοσκήσει
Κι όπ εύρει μαύρο κούτσουρο,
θα κάτσει να λαλήσει...

Για το τέλος αφήνω μια νεότερη λαϊκή παράδοση (Καππαδοκία) που διηγείται ο Δ. Λουκόπουλος. Γράφει στα κακά κατάστιχα την πέρδικα.

«Ηταν την εποχή που οι Εβραίοι κυνηγούσαν το Χριστό για να τον σταυρώσουν. Εκείνος για να γλιτώσει από τα χέρια τους, κρυβόταν πότε εδώ πότε εκεί. Μια μέρα κρύφτηκε στη πυκνή τούφα ενός βάτου. Μέσα στον βάτο ήταν μια πέρδικα και ένα περιστέρι. Τρόμαξαν στην αρχή τα πουλιά ύστερα όμως γνώρισαν το Χριστό.

Ελα να τον κρύψουμε με τα φτερά μας, λέει το περιστέρι και άνοιξε τις φτερούγες του μπροστά στο Χριστό. Η πέρδικα όμως πέταξε σε μια κοντινή πέτρα και τη στιγμή που περνούσαν δίπλα οι στρατιώτες άρχισε να κακαβίζει: βάτα, βάτα, βάτα, βάτα! Θέλοντας έτσι να προδώσει το Χριστό. Οι διώκτες κατάλαβαν το μήνυμα του πουλιού, έψαξαν στο βάτο, κι έπιασαν το Χριστό. Αυτός τότε ευλόγησε το περιστέρι και το βάτο και καταράστηκε την πέρδικα :

Καταραμένο πουλί, δεν το περίμενα αυτό από σένα. Οι άνθρωποι θα φτιάχνουν περδικόθηρα (παγίδες δηλαδή), που θα τις στήνουν στα βουνά και τους κάμπους για να πέφτεις μέσα και να σε πιάνουν ζωντανή...»

Από τότε οι χωρικοί, όπως λέει και το δημοτικό τραγούδι:

...στήνουν τα βρόχια στα βουνά,
τα ξώβεργα στους κάμπους,
τα δίχτυα τα μεταξωτά
σε μαρμαρένιες βρύσες
πάει η πέρδικα να πιει νερό
και πιάνεται στα βρόχια...

ΤΟ ΓΝΩΡΙΖΑΤΕ;
Σύμφωνα με κάποιον άλλο μύθο, ο Πέρδικος ήταν ανεψιός του Δαίδαλου, από τον οποίο διδάχτηκε τη μεγάλη τέχνη του, στην οποία και παρουσίασε θαυμαστές επιδόσεις. Αυτό κίνησε τον φθόνο του Δαίδαλου και θέλησε να τον σκοτώσει. Την ώρα όμως της απόπειρας έτρεξε η Αθηνά και σκέπασε το σώμα του Πέρδικου με φτερά και τον μεταμόρφωσε στην πετροπέρδικα.

Βιβλιογραφία
Σεραφείμ Κ. Τσιτσά «Αγρια Τετράποδα και Φτερωτά».
ΛΕΟΝΑΡΔΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ, ΔΑΣΟΠΟΝΟΣ